ΠΡΟΣΟΧΗ:
ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2004!
ΟΠΟΙΑ ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΜΑΛΛΟΝ ΔΕ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΗ
Το Μήνυμα Των Εκλογών
Στις φετινές εκλογές έστειλε, λένε, ο λαός μήνυμα. Τώρα, με (χε)SMS το έστειλε, με περιστέρι ή με αγγελιοφόρο, δεν έχει και πολύ σημασία. Τα μέσα επικοινωνίας αλλάζουν συνεχώς. Το θέμα είναι αν το μήνυμα αυτό παρελήφθει από τους αρμοδίους. Ποιοι είναι αυτοί άραγε; Μάλλον εκείνοι για τους οποίους παλιότερα ο Σαρλ Ντε Γκώλ έλεγε ότι : «Η πολιτική είναι κάτι πολύ σοβαρό για να το εμπιστευτούμε στους πολιτικούς». Ας είναι όμως…
Προσπερνώ το γεγονός ότι ψηφίζουμε μια δημοκρατία η οποία ενδεχομένως αποτελεί ένα ακόμη τμήμα του λεγόμενου συστήματος. Κάποτε, ο ρώσος γεωγράφος και επαναστάτης Πιότρ Κροπότκιν είχε επικαλεστεί τους νόμους της φύσης για να εξηγήσει τις κοινωνίες. Με βάση λοιπόν τους ίδιους φυσικούς νόμους, για να έχει η κοινωνία ισορροπήσει σε αυτό το σύστημα, ίσως να είναι και αυτό της συνολικά ελάχιστης «ανθρώπινης εντροπίας». Σε αυτήν την, άνιση συχνά, «ισορροπία» σήμερα ζούμε, μαθαίνουμε, κινούμαστε, αγαπάμε, καταναλώνουμε. Αν είναι η ισορροπία αυτή να αλλάξει δραστικά, το πιθανότερο είναι να προκύψει μέσα από τις μεγάλης κλίμακας αλλαγές στις παραπάνω ανάγκες. Το πώς θα γίνουν αυτές οι αλλαγές, είναι ένα από τα ζητούμενα των πολιτικών θεωριών. Ένα θέμα δηλαδή πέρα από κάθε πεπερασμένων διαστάσεων αναφορά, όπως η παρούσα. Παρακάτω αναπτύσσονται εν συντομία σκέψεις οι οποίες προήλθαν από παρατηρήσεις των φετινών αλλά και προηγουμένων εκλογικών αναμετρήσεων.
Α. Τα κόμματα
Οι εκλογές στις μέρες μας είναι μια διαδικασία η οποία προσομοιάζει περισσότερο την προτίμησή μας σε κάποιο προϊόν (εξουσία) παρά την όποια αξίωση που έχουμε για την όποια ανατροπή της ισορροπίας η οποία περιγράφηκε παραπάνω. Έτσι, τα σημερινά κόμματα, ιδιαιτέρως τα δύο που παγίως διεκδικούν την διακυβέρνηση, ως σχηματισμοί αποτελούν ένα είδος εταιριών οι οποίες χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη την τα κρατικά έσοδα και μέσω της εξουσιοδότησης την οποία οι εκλογές δίνουν, παράγουν πολιτική, νόμους, αποφάσεις και κάνουν δημόσια έργα. Η προεκλογική εκστρατεία αποτελεί μια διαδικασία μάρκετινγκ, μια διαφήμιση του κάθε σχηματισμού για να πειστεί το αγοραστικό κοινό, δηλαδή οι ψηφοφόροι, και να το προτιμήσουν την κρίσιμη στιγμή. Οι όποιες ιδεολογικές διαφορές είναι πλέον λιγότερο εμφανείς. Άλλωστε δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία αν δε στοχεύουν σε κάποιο target group ψηφοφόρων. Αυτές οι κατηγορίες προσεγγίζονται σήμερα με μεταγραφές, με προεκλογικές αφειδείς εξαγγελίες και με προσεκτικά σχεδιασμένες τηλεοπτικές και γενικά δημόσιες εμφανίσεις αλλά και συγκαλυμμένες επιθέσεις κατά της εικόνας του αντιπάλου. Κάθε τεχνική προώθησης εμπορικού προϊόντος μπορεί σήμερα να εφαρμοστεί κάλλιστα στο εκλογικό χρηματιστήριο.
Από τα φετινά εκλογικά αποτελέσματα, τα περισσότερα κόμματα είναι ή θα πρέπει να είναι ευχαριστημένα. Η Ν.Δ. γιατί κέρδισε μια μάχη «τώρα ή ποτέ» με άνετη πλειοψηφία, χωρίς καν να απειληθεί από ενδεχόμενες εσωτερικές πιέσεις ή τον ΛΑ.Ο.Σ., όπως φημολογούνταν. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν χάνεται μιας και από τη μία το περίμενε, από την άλλη γιατί τώρα θα μπορέσει να πραγματώσει με νηφαλιότητα την αλλαγή πλεύσης, την ανανέωση και την «κάθαρση» από την καθεστωτικά στοιχεία στα πρόσωπα και τις πρακτικές. Το Κ.Κ.Ε. πώς να μην είναι ευχαριστημένο όταν κέρδισε νέους ψηφοφόρους και επιπλέον 1 έδρα ξεκολλώντας από τις 11 των τελευταίων ετών; Ο δε ΣΥΝ, με το ενωτικό του ψηφοδέλτιο, πέτυχε το όριο του 3% και θα έχει βουλευτικό λόγο. Ο ΛΑ.Ο.Σ. στην πρώτη κάθοδό του σε βουλευτικές εκλογές σημείωσε ένα αξιοπρόσεκτο ποσοστό και δημιουργεί πυρήνα ψηφοφόρων και οπαδών. Το ΔΗ.Κ.ΚΙ., με τις καταγγελίες κατά δημοσκοπήσεων στο φώτο φίνις, πέτυχε το 1,5% για την κρατική επιχορήγηση και «ούτε του παπά μην το πεις». Τέλος τα μικρά, σε ψήφους, κόμματα απλά μπορούν να είναι ευχαριστημένα μόνο και μόνο για το ότι τελικά οι εκλογές μπορούν κάτι, έστω και μικρό, να αλλάξουν, οπότε και αυτά έχουν ελπίδα ύπαρξης και δικαίωμα λόγου. Άλλωστε «αν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο, θα ήταν παράνομες». Συνοψίζοντας : οι πρόσφατες εκλογές και τα αποτελέσματα τα οποία προέκυψαν, προκάλεσαν την ελάχιστη δυνατή δυσφορία τόσο στα κόμματα όσο και στους ψηφοφόρους. Εντούτοις, αναρωτιέται κανείς για τους λόγους για τους οποίους, εν τέλει, αποφασίσαμε αυτό που ψηφίσαμε κάτι που αναλύεται παρακάτω.
Β. Οι ψηφοφόροι
Στο παρελθόν ψήφιζε κανείς περισσότερο με βάση την εικόνα του έργου εκάστου πολιτικού και όχι το έργο της εικόνας του, όπως επί το πλείστον συμβαίνει σήμερα. Από τη στιγμή όμως που έχουμε συνηθίσει στην παραπάνω λογική μέσα από τις καθημερινές μας συνήθειες, έτσι θα σκεφτούμε και μπροστά από την κάλπη. Είναι κάπως δύσκολο και χρειάζεται και σχετική παιδεία να γίνει κάποιος κριτής πολιτικής και να αποφασίσει κάτι το οποίο πραγματικά τον εκφράζει. Μπορεί να ψηφίζει συναισθηματικά ή λογικά, ιστορικά ή για το μέλλον, επικροτώντας ή κατακρίνοντας, για προσωπικό ή κοινό όφελος, τουλάχιστον αυτό να είναι συνειδητά. Ακόμα και αν η επιλογή που κάναμε δε φανεί άξια των προσδοκιών μας, το κατηγορώ δε θα πάει σε άλλους ούτε θα ψάχνουμε υπευθύνους ρίχνοντας ευθύνες δεξιά και αριστερά (στην δεξιά και την αριστερά μπορεί να πει κάποιος), αλλά στη ενδεχομένως εσφαλμένη εκτίμησή μας.
Οι ψηφοφόροι φέτος θα πρέπει να αισθάνονται σχετικά δικαιωμένοι. Η θέλησή τους για κομματική, όχι κατ’ ανάγκη και πολιτική αλλαγή στην εξουσία, δικαιώθηκε. Αλλαγή στη ζωή βέβαια δε προκύπτει κατ’ ευθείαν από τις εκλογές, όλοι όμως έχουν δικαίωμα να ελπίζουν σε κάτι διαφορετικό. Το μάθημα οι ψηφοφόροι το έδωσαν στους μέχρι πρότινος κρατούντες την εξουσία. Ταρακούνησαν τους εφησυχασμένους δημοσιοϋυπαλληλίτες πολιτικούς και έδωσε την κυβέρνηση στους επόμενους στη σειρά. Ο καθένας, πήρε κατά κάποιο τρόπο την εκδίκησή του για όλα αυτά που τον πλήγωσαν τα τελευταία χρόνια, είτε καταψηφίζοντας το ΠΑ.ΣΟ.Κ, είτε υπερψηφίζοντας τη Ν.Δ. Άλλωστε, από μια πρόχειρη ανάγνωση των ποσοστών των κομμάτων ανά περιφέρεια προκύπτει ότι όσο ποσοστό χάνει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. σε σχέση με τις εκλογές του 2000, τόσο περίπου κερδίζει η Ν.Δ.
Γ. Εκλογικός Νόμος
Δε θα φτάσω τόσο μακριά ώστε να απαιτήσω την εφαρμογή της άμεσης δημοκρατίας «εδώ και τώρα», χωρίς κάποιο ενδιάμεσο στάδιο προσαρμογής. Τι είναι όμως αυτό που συνδέει το σταυρό που βάζουν οι ψηφοφόροι με την τελική επιλογή του ποιοι θα είναι τελικά βουλευτές; Ο εκλογικός νόμος. Ο ρόλος του δεν είναι και τόσο γνωστός στους πολίτες ψηφοφόρους παρόλο που είναι σημαντικός. Γι αυτό λέμε ότι και η δημοκρατία χρειάζεται τη σχετική παιδεία. Τρανταχτό παράδειγμα εφαρμογής εκλογικού νόμου αποτέλεσε στις φετινές εκλογές το φαινόμενο της Α’ εκλογικής περιφέρειας Πειραιώς. Από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ο 1ος κ. Παν.Φασούλας με 24.000 σταυρούς, δεν εξελέγει βουλευτής, αλλά την έδρα παίρνει το Κ.Κ.Ε. με την κα.Ελπίδα Παντελάκη η οποία έλαβε περίπου 20.000 σταυρούς λιγότερους! Τι να απαντήσει κάποιος στους πολίτες της Α’ Πειραιώς όταν θα αναρωτιούνται για το τι ψήφισαν και τι εξέλεξαν;
Επίσης, είναι πλέον δύσκολο με τη δεδομένη δικομματική πόλωση, να πετύχει ένα «μικρό» κόμμα το όριο του 3%. Υποθέτοντας ότι ένα τέτοιο κόμμα βασίζεται σε ένα πυρήνα φίλων που του δίνουν περίπου 0,5%, χρειάζεται περί τις 185.000 νέες ψήφους από «αχρωμάτιστους» ψηφοφόρους. Από αυτούς δηλαδή οι οποίοι δεν ακολουθούν το ίδιο κόμμα πάντα, αλλά αποφασίζουν κατά περίσταση. Στη σημερινή κατάσταση, οι περισσότεροι από αυτούς τους «αχρωμάτιστους» ψηφοφόρους μοιράζονται στα 2 κόμματα. Οι λογική που κυριαρχεί κατά περίπτωση είναι «να μην επικρατήσει η δεξιά» για όσους τελικά ψηφίζουν ΠΑ.ΣΟ.Κ. και «να τιμωρήσουμε την κυβέρνηση της διαπλοκής και να βγουν οι άλλοι» από εκείνους οι οποίοι προτιμούν Ν.Δ. Με αυτόν λοιπόν τον εκλογικό νόμο, ακόμα και να «φλερτάρεις» ιδεολογικά με κάποιο «μικρότερο» κόμμα, τελικά «παντρεύεσαι» το «μεγάλο». Πώς να περιμένει κανείς πολυφωνική δημοκρατία σε μια αμερικάνικου τύπου αναμέτρηση; Το εκλογικό σύστημα δεν έχει αποτελέσει ακόμα αντικείμενο κοινωνικής αντιπαράθεσης παρά μόνο κομματικής και κάθε φορά τροποποιείται για να καλύψει τις μετά-προσεχείς εκλογικές ανάγκες.
Άλλωστε ακόμα και αυτή η πρωτοποριακή ιδέα τίθεται υπό συζήτηση. Προ καιρού όμως είχε ακουστεί η άποψη για αλλαγή του τρόπου ψηφοφορίας με δύο κάλπες. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές της παραπάνω λύσης και σίγουρα μπορεί να βρεθεί μία η οποία να καλύπτει αμφότερες τις ανάγκες σταθερής διακυβέρνησης της χώρας αλλά και την αποφυγή της λογικής της «χαμένης ψήφου». Απομένει να δούμε τέτοιες προσπάθειες επιλογής ενός αναλογικότερου συστήματος από νέους κυρίως πολιτικούς. Από δε τους πολίτες περιμένει κανείς να ζητήσουν το παραπάνω με περισσότερη τόλμη, αποφασιστικότητα και επίγνωση της δύναμής τους για μια τόσο μικρή, έστω, αλλαγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου